υποσειρά

υποσειρά
η, Ν
βιολ. διαδοχή που συντελείται σε μια απογυμνωμένη περιοχή ή σε μια διαδοχή τής οποίας η εξέλιξη διακόπηκε από εδαφικούς ή βιοτικούς παράγοντες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. επιστημον. όρου, πρβλ. αγγλ. subsere).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”